Υπενωμοτάρχης Κανναβός Κωνσταντίνος: Πεσών στο Σύνταγμα Μακρυγιάννη [Δεκεμβριανά 1944]



Όπως έχουμε πει και δει αρκετές φορές στο παρελθόν, το όνομα εμπλέκεται σε διάφορες καταστάσεις των χρονικών περιόδων και των κοινωνικών καταστάσεων της εποχής.
Αυτό σημαίνει πως δεν είχαν όλοι μια συγκεκριμένη ταμπέλα αγωνιστή, αλλά το ακριβώς αντίθετο.

Μια τέτοια περίπτωση ήταν και ο χωροφύλακας Κανναβός Κωνσταντίνος, ο οποίος την σκοτεινή περίοδο του 1944, στα Δεκεμβριανά, πολεμούσε υπό τις διαταγές του στρατηγού Μακρυγιάννη.

Δεν υπάρχουν ιδιαίτερες πληροφορίες για το άτομό του, πέραν του ότι αναγράφεται ως πεσών και τα την περίοδο των Δεκεμβριανών, στο σύνταγμα Μακρυγιάννη (γίνεται όμως μια έρευνα εντοπισμού περισσότερων πληροφοριών). Και σημειώστε πως δεν ήταν ο μόνος, υπήρχε και αξιωματικός της χωροφύλακας Θωμάς Καναβός που πέθανε σε μάχη το 1949, αλλά γι' αυτό θα τα πούμε αναλυτικότερα σε επόμενο άρθρο.

Να δούμε τώρα, λίγο την περίοδο των Δεκεμβριανών, κατά την οποία έχασε την ζωή του ο Κων/νος Κανναβός, γενόμενος τελικά κιμάς στα συμφέροντα των ισχυρών, όπως τόσοι και τόσοι άλλοι ασχέτως πλευράς που πολεμούσαν.
Στο τέλος, υπάρχει και η λίστα που αναγράφεται τ' όνομά του.

Δεκεμβριανά 

Ο όρος Δεκεμβριανά αναφέρεται σε μία σειρά ένοπλων συγκρούσεων που έλαβαν χώρα στην Αθήνα το Δεκέμβριο 1944 - Ιανουάριο 1945, ανάμεσα στις δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ) και τις Βρετανικές και Κυβερνητικές δυνάμεις που ανήκαν σε ένα πολιτικό φάσμα, από την σοσιαλδημοκρατία (όπως ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου ηγέτης του «Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος») έως τα τάγματα ασφαλείας.

Η έναρξή τους, στις 3 Δεκεμβρίου του 1944, σηματοδοτείται από τους πυροβολισμούς των Κυβερνητικών και Αγγλικών δυνάμεων μπροστά στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη ενάντια στη διαδήλωση του ΕΑΜ, που είχε οργανωθεί ως απάντηση στο τελεσίγραφο της κυβερνησης εθνικής ενότητας (1-12-1944) για τον αφοπλισμό όλων των αντάρτικων ομάδων, με αποτέλεσμα το θάνατο 33 διαδηλωτών και τον τραυματισμό άλλων 148. Παράλληλα ο στρατηγός Σκόμπυ προέβη σε διάγγελμα. Οι μάχες κράτησαν 33 μέρες και τερματίστηκαν στις 5-6 Ιανουαρίου 1945.

 Η πανηγυρική ατμόσφαιρα της απελευθέρωσης δεν μπορούσε να αποκρύψει τα μεγάλα προβλήματα που παρέμειναν στη χώρα. Η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα ενώ τμήμα του ΕΛΑΣ την υποδέχτηκε με τιμητικό άγημα. Παράλληλα ο ΕΛΑΣ κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής χώρας. Γερμανικές δυνάμεις παρέμεναν στην Κρήτη, στα Δωδεκάνησα και σε διάφορα άλλα νησιά του Αιγαίου.

Η κατάσταση ήταν χαώδης. Η Ελλάδα είχε ερημωθεί, ο λαός πεινούσε, χρήματα δεν υπήρχαν, ενώ πολιτικά η χώρα ήταν χωρισμένη σε αντίπαλα στρατόπεδα. Η βαθύτερη αιτία ήταν η διαμάχη ανάμεσα στις δυνάμεις που διεκδικούσαν την εξουσία της μεταπολεμικής Ελλάδας: Από τη μια το ΕΑΜ, το οποίο ελεγχόταν από το ΚΚΕ αλλά είχε ευρύτερη απήχηση, ιδιαίτερα στα λαϊκά στρώματα και τις τάξεις των διανοουμένων.

Το ΕΑΜ, που είχε καταστεί ισχυρότατος πολιτικός και στρατιωτικός μηχανισμός όντας η σημαντικότερη αντιστασιακή δύναμη στην κατεχόμενη Ελλάδα, είχε στις περισσότερες περιοχές της χώρας de facto την εξουσία στα χέρια του (εκτός κάποιων νησιών του Αιγαίου, της Κρήτης, της Ηπείρου και της Αθήνας όπου μαίνονταν μάχες με τα τάγματα ασφαλείας και τη Χ) μετά το τέλος του πολέμου και ήθελε να αποτρέψει την επάνοδο του βασιλιά καθώς και την τυχόν ανασύσταση δικτατορικού καθεστώτος όπως αυτό της μεταξικής περιόδου.[εκκρεμεί παραπομπή] Από την άλλη πλευρά είχαν συνασπιστεί το σύνολο των αντικομμουνιστικών ένοπλων δυνάμεων, κυρίως ταγματασφαλιτών, Χιτών και φιλελεύθερων.


Το συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου

  Η ηγεσία του ΕΑΜ είχε εν τω μεταξύ θέσει ως επιπλέον όρους συμφωνίας τον αφοπλισμό της Τρίτης Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου. Ως αντίδραση, οι υπουργοί που ανήκαν στο ΕΑΜ παραιτήθηκαν στις 2 Δεκεμβρίου του 1944 (εκτός του στρατηγού Σαρηγιάννη), ενώ το ΕΑΜ ζήτησε άδεια για συγκέντρωση διαμαρτυρίας στις 3 Δεκεμβρίου 1944 στην πλατεία Συντάγματος. Την ίδια μέρα (2 Δεκεμβρίου) η ηγεσία του ΕΑΜ ανακοίνωσε την κήρυξη γενικής απεργίας, τη διαταγή προς την εαμική πολιτοφυλακή να μη παραδώσει οπλισμό στην κρατική Εθνοφυλακή και την ανασύσταση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΛΑΣ. Ύστερα από αυτές τις αποφάσεις, αλλά και από πληροφορίες ότι το συλλαλητήριο θα ήταν ένοπλο[εκκρεμεί παραπομπή], η κυβέρνηση παρά την αρχική αποδοχή τελικά το απαγόρεψε.

 Ο λαός της Αθήνας την Κυριακή 3 Δεκέμβρη αψηφώντας την κυβερνητική απαγόρευση κατέκλυσε ειρηνικά την πλατεία Συντάγματος, εξάλλου ούτε επί γερμανοϊταλικής κατοχής δεν σταμάτησε να διαδηλώνει. Η διαδήλωση, που είχε μεγάλη συμμετοχή, πνίγηκε στο αίμα όταν αστυνομικοί που βρίσκονταν ακροβολισμένοι στα γύρω κτήρια άρχισαν να πυροβολούν αδιακρίτως προς το πλήθος.
Ο απολογισμός της επίθεσης ήταν 33 νεκροί και περισσότεροι από 140 τραυματίες. Αν και μερικοί φιλοκυβερνητικοί συγγραφείς όπως ο Γουντχάους, υποστήριξαν πως δεν ήταν σαφές ποιος άνοιξε πρώτος πυρ, η αστυνομία, οι Βρετανοί ή οι διαδηλωτές, το θέμα διαλευκάνθηκε μετέπειτα. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, ο αρχηγός της Αστυνομίας Αθηνών Άγγελος Έβερτ παραδέχτηκε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Ακρόπολη πως ο ίδιος διέταξε την βίαιη διάλυση των διαδηλωτών βάσει διαταγών που είχε λάβει.[12][13] Ο δεκαπεντάχρονος τότε Νίκος Φαρμάκης που ανήκε στη αντι-ΕΑΜική οργάνωση "Χ" και συμμετείχε στους πυροβολισμούς, μαρτυράει πως το σήμα το έδωσε ο Έβερτ από παράθυρο της Αστυνομικής Διεύθυνσης με ένα μαντήλι.[14] Οι ακροβολισμένοι είχαν δεχτεί προηγουμένως την εντολή:
δεν θα πυροβολήσετε μέχρις ότου αυτοί πατήσουν τον Άγνωστο· όταν πατήσουν τον Άγνωστο, πυρ κατά βούληση.
 Την ημέρα του συλλαλητηρίου , σύμφωνα με μαρτυρία του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, μέλη της ΟΠΛΑ προσπάθησαν να εισβάλλουν στο σπίτι του με χειροβομβίδα, αλλά απέτυχαν λόγω της αντίδρασης της φρουράς του. Την επόμενη μέρα, στις 4 Δεκεμβρίου, πραγματοποιήθηκε η γενική απεργία που είχε προκηρύξει το ΕΑΜ από τις 2 Δεκεμβρίου και τελέστηκε η κηδεία των θυμάτων του συλλαλητηρίου της προηγούμενης μέρας.

Η νεκρώσιμη ακολουθία έγινε στη Μητρόπολη της Αθήνας και στη συνέχεια η νεκρική πομπή κατευθύνθηκε προς το Σύνταγμα. Στην κορυφή της πομπής ξεχώριζε ένα πανό το οποίο κρατούσαν τρεις νεαρές μαυροφορεμένες γυναίκες και έγραφε
«Όταν ο Λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα». 
Η πορεία αυτή χτυπήθηκε ξανά με πυροβολισμούς, κυρίως από μέλη της οργάνωσης Χ και ταγματασφαλίτες που διέμεναν σε ξενοδοχεία της Ομόνοιας με απολογισμό 100 νεκρούς και τραυματίες. Το εξαγριωμένο πλήθος πολιόρκησε το ξενοδοχείο "Σεσίλ" στην Ομόνοια με σκοπό να το πυρπολήσει, αλλά έγκαιρη επέμβαση των Άγγλων την απέτρεψε.

 Δεκεμβρης 1944.Τα ονόματα των νεκρών στο Σύνταγμα Μακρυγιάννη.

Δεν βάζουμε όλη την λίστα, είναι μεγάλη, μπορείτε να την δείτε από το link της πηγής μας πιο πάνω, παραθέτουμε ένα μικρό απόσπασμα όπου αναγράφεται και τ' όνομα των Κωνσταντίνου:

[...] Υπενωμοτάρχες:

Αντωνόπουλος Λεων. / Αποστολόπουλος Δημ. / Βλαχιώτης Θεοδ. / Γαλάνης Νικ./ Δημητρακόπουλος Κων. / Δημητρίου Ιωαν. / Δρίβας Δημ. / Ζωγράφος Λ. / Ηλιόπουλος Ξεν. / Καμπάνης Παν. / Κανναβός Κων.  [...]

0 σχόλια:

Πες το, μην ντρέπεσαι. ξαδέλφια είμαστε μπρε...